Ηρθε την κατάλληλη στιγμή. Αμέσως μετά το καρακιτσαριό της Eurovision, ήταν βάλσαμο για τα
αφτιά και τα μάτια μας η εκπομπή για το Νιόνιο που ετοίμασε ο καλός συνάδελφος Παύλος Τσίμας στην «Ερευνα» (Mega). Καλοδουλεμένο και φτιαγμένο με αγάπη το αφιέρωμα, πάντρεψε τη χειμαρρώδη προσωπικότητα του Διονύση Σαββόπουλου με τα ιστορικά περιστατικά και το σχόλιο για την πολιτική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου. Μακριά από στημένα και αποστειρωμένα τηλεοπτικά σκηνικά, στη σκηνή που τραγουδάει κάθε βράδυ μίλησε για την πορεία του και κάθε φορά που ήθελε να περιγράψει τ
η γέννηση ενός τραγουδιού έπαιρνε την κιθάρα του και απλά ερμήνευε. Μικρά βίντεο με μαρτυρίες, καταθέσεις, εικόνες πολιτικής ιστορίας που λειτούργησαν ως εφαλτήριο για τη δημιουργία.
Από την αρχή, τότε που εξομολογήθηκε ότι κοιμόταν στα παγκάκια και πεινούσε, που αναγκάστηκε να ποζάρει ως γυμνό μοντέλο στη Σχολή Καλών Τεχνών για να επιβιώσει, ως τις τελευταίες σκηνές, ο Σαββόπουλος δρασκέλισε την τηλεοπτική ώρα χρησιμοποιώντας τις λέξεις, τους όρους που καθόρισαν και σημάδεψαν την πορεία του: χούντα, επανάσταση, μουσική, καλλιτέχνης, λογοκρισία, αστυνομία, εκσυγχρονισμός, παράδοση, ανάπτυξη. Την πολυπόθητη τελευταία την περιέγραψε και την ερμήνευσε ταυτόχρονα. «Η ανάπτυξη όταν έρχεται βοηθά τον κόσμο να αρχίσει να σκέφτεται κι άλλα πράγματα. Οπως την πολιτική, την ψυχαγωγία, τη μόρφωσή του». Στάθηκε και στα καφενεία, τα ορμητήρια της σκέψης, όπου εκεί την περίοδο της φοιτητικής ζωής η δύναμη της συνομιλίας διαμόρφωνε τη σκέψη και δημιουργούσε εστίες πολιτισμού.
Κλείνοντας ο Σαββόπουλος ερωτώμενος από τον Π. Τσίμα για το ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος του σε σχέση με τα όσα συμβαίνουν εξομολογήθηκε πως «φοβάμαι μήπως ταλαιπωρηθούμε περισσότερο από όσο ταλαιπωρούμαστε».
Και αντί τηλεοπτικού επιλόγου επέλεξε να σιγοτραγουδήσει τους στίχους που τραγουδούσαν παρέα με τον «συχωρεμένο Μάνο»: «Το αρχινισμένο σύνθημα πάντα μου μένει όποτε ακούω από τότε ακορντεόν/ κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει, δε θα περάσει ο φασισμός». «Τέλεια», όπως είπε και ο Π. Τσίμας.
αφτιά και τα μάτια μας η εκπομπή για το Νιόνιο που ετοίμασε ο καλός συνάδελφος Παύλος Τσίμας στην «Ερευνα» (Mega). Καλοδουλεμένο και φτιαγμένο με αγάπη το αφιέρωμα, πάντρεψε τη χειμαρρώδη προσωπικότητα του Διονύση Σαββόπουλου με τα ιστορικά περιστατικά και το σχόλιο για την πολιτική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου. Μακριά από στημένα και αποστειρωμένα τηλεοπτικά σκηνικά, στη σκηνή που τραγουδάει κάθε βράδυ μίλησε για την πορεία του και κάθε φορά που ήθελε να περιγράψει τ
η γέννηση ενός τραγουδιού έπαιρνε την κιθάρα του και απλά ερμήνευε. Μικρά βίντεο με μαρτυρίες, καταθέσεις, εικόνες πολιτικής ιστορίας που λειτούργησαν ως εφαλτήριο για τη δημιουργία.
Από την αρχή, τότε που εξομολογήθηκε ότι κοιμόταν στα παγκάκια και πεινούσε, που αναγκάστηκε να ποζάρει ως γυμνό μοντέλο στη Σχολή Καλών Τεχνών για να επιβιώσει, ως τις τελευταίες σκηνές, ο Σαββόπουλος δρασκέλισε την τηλεοπτική ώρα χρησιμοποιώντας τις λέξεις, τους όρους που καθόρισαν και σημάδεψαν την πορεία του: χούντα, επανάσταση, μουσική, καλλιτέχνης, λογοκρισία, αστυνομία, εκσυγχρονισμός, παράδοση, ανάπτυξη. Την πολυπόθητη τελευταία την περιέγραψε και την ερμήνευσε ταυτόχρονα. «Η ανάπτυξη όταν έρχεται βοηθά τον κόσμο να αρχίσει να σκέφτεται κι άλλα πράγματα. Οπως την πολιτική, την ψυχαγωγία, τη μόρφωσή του». Στάθηκε και στα καφενεία, τα ορμητήρια της σκέψης, όπου εκεί την περίοδο της φοιτητικής ζωής η δύναμη της συνομιλίας διαμόρφωνε τη σκέψη και δημιουργούσε εστίες πολιτισμού.
Κλείνοντας ο Σαββόπουλος ερωτώμενος από τον Π. Τσίμα για το ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος του σε σχέση με τα όσα συμβαίνουν εξομολογήθηκε πως «φοβάμαι μήπως ταλαιπωρηθούμε περισσότερο από όσο ταλαιπωρούμαστε».
Και αντί τηλεοπτικού επιλόγου επέλεξε να σιγοτραγουδήσει τους στίχους που τραγουδούσαν παρέα με τον «συχωρεμένο Μάνο»: «Το αρχινισμένο σύνθημα πάντα μου μένει όποτε ακούω από τότε ακορντεόν/ κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει, δε θα περάσει ο φασισμός». «Τέλεια», όπως είπε και ο Π. Τσίμας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου