Ολα ξεκίνησαν από ένα tweet της Ελενας Μακρή-Λυμπέρη το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης. «Αυτές οι μέρες είναι ίδιες με τότε που πέθαινε η μάνα μου», έγραψε χαρακτηριστικά η σύζυγος του εκδότη Αντώνη Λυμπέρη, δίνοντας έναν ακόμη πιο δραματικό τόνο στις εξελίξεις.
Την προηγούμενη ημέρα, ο σύζυγός της είχε δεχτεί στο γραφείο του, το οποίο στεγάζεται σε ένα υπερμοντέρνο κτίριο των εκδόσεων Λυμπέρη στα Σπάτα, εκπροσώπους των εργαζομένων στα περιοδικά του προκειμένου να τους ενημερώσει για το μέλλον της εταιρείας. «Περιμένω ένα δάνειο. Αν δεν εγκριθεί μέχρι την Τρίτη τότε κάποιοι τίτλοι θα εκχωρηθούν», λέγεται ότι τους ανακοίνωσε. «Καταλαβαίνω πολύ καλά τι περνάτε και σας ευχαριστώ που είστε εδώ. Εγώ πονάω περισσότερο», είπε φανερά στεναχωρημένος και περιτριγυρισμένος συνάμα από τα πανάκριβα βιβλία και έργα τέχνης του γραφείου του. Οι εργαζόμενοι δεν χρειάστηκε να τον ρωτήσουν περισσότερα. Ηταν πλέον σαφές ότι το πράγμα δεν υπήρχε περίπτωση να γυρίσει.
Η κρίση στην αγορά, η δραματική μείωση των διαφημιστικών εσόδων, η μείωση στις κυκλοφορίες των περιοδικών, αλλά κυρίως τα υπέρογκα δάνεια της εταιρείας, τα οποία φαίνεται να ξεπερνούν τα 40 εκατ. ευρώ, δείχνουν να οδηγούν σχεδόν με μαθηματική ακρίβεια τις εκδόσεις Λυμπέρη στο τέλος. Πάντως ακόμη και όσοι διαφωνούν με τον Αντώνη Λυμπέρη, υπάρχει κάτι για το οποίο, αυτές τις τελευταίες ημέρες, τον παραδέχονται: ότι είναι ακόμη στο γραφείο του και αγωνίζεται και ότι «δεν έχει ρίξει πετσέτα». «Η πόρτα μου είναι ανοιχτή σε όποιον έχει απορία για το τι πρόκειται να συμβεί», είπε στους συνεργάτες του ή τουλάχιστον σε όσους έχουν απομείνει. Οπως πάντα έκανε, ο Αντώνης Λυμπέρης θα φύγει τελευταίος από το γραφείο και θα κλείσει τελευταίος την πόρτα…
Στις 4 Ιανουαρίου του 2010 ο Αντώνης Λυμπέρης, ως ομιλητής στο 28ο Open Coffee Athens, δήλωνε στο ακροατήριο που τον χειροκροτούσε θερμά: «Βασική μου αρχή; Ποτέ δεν αφήνεις συνεργάτη απλήρωτο, ποτέ Εφορία απλήρωτη. Αν ξεκινήσουν αυτά, σημαίνει ότι έρχεται το τέλος». Εναν χρόνο αργότερα, με τους εργαζομένους να πληρώνονται «έναντι», εισπράττοντας το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών τους μέχρι νεωτέρας, η βασική αρχή του ιδρυτή του εκδοτικού κολοσσού στον χώρο των lifestyle εντύπων Liberis Publications έχει ήδη παραβιαστεί.
Οι εκδόσεις Λυμπέρη σήμερα μοιάζουν περισσότερο με αποικία υποτελή σε δάνεια και χρέη παρά στην πασπαλισμένη με χρυσόσκονη αυτοκρατορία που υπήρξε πριν από τη μαύρη τρύπα της κρίσης. Ο εκδότης που πριν από λίγα χρόνια έβγαζε 55 περιοδικά σε 4 χώρες εκτός Ελλάδας (Κύπρος, Ρωσία, Βουλγαρία, Ρουμανία), οργάνωνε τουρνουά τένις, βραβεύσεις για τους Ανδρες και τις Γυναίκες της Χρονιάς και πάρτι πότε για τη «Vogue» και πότε για την καινούρια ταινία του Τζέιμς Μποντ -τον αγαπημένο του ήρωα- σήμερα παρακολουθεί ανήμπορος τη συρρίκνωση, βλέποντας το αδηφάγο τέρας της κρίσης να κατασπαράζει κομμάτι-κομμάτι το δημιούργημά του. Μόνη ελπίδα ένα ακόμα δάνειο για να περισώσει ό,τι μπορεί από το εκδοτικό θαύμα που υπήρξε η εταιρεία του. Μια εταιρεία που ξεκίνησε με 20.000 δραχμές δανεικά από τη μάνα του και στήθηκε σε ένα δωματιάκι στο πατρικό του.
Από τo σέρφινγκ στην κορυφή
«Πάθος και όραμα» είναι το μοτίβο του Αντώνη Λυμπέρη, μια φράση-κλισέ που πάει και έρχεται σε όλα τα success stories των επιχειρηματικών σελίδων της Ιστορίας. Η αλήθεια είναι ότι ο μετέπειτα πανίσχυρος εκδότης περιοδικών είχε και πάθος και όραμα ζωής. Κι αν, όπως λέει ο ίδιος, ποτέ δεν ρώτησε «πόσα χρήματα θα βγάλω», κατάφερε να βγάλει πολλά, ίσως επειδή δεν τα κυνήγησε. Μεγαλωμένος σε μια μικροαστική οικογένεια, ζούσε μαζί με τον αδελφό του και τους γονείς του σε ένα διαμερισματάκι 80 τετραγωνικών στην οδό Αριστοτέλους στην πλατεία Βικτωρίας. Εκεί δηλαδή όπου στήθηκε το στρατηγείο των οραμάτων του, κλεισμένος μέσα στο δωμάτιό του πάνω από ένα βουνό φωτογραφιών.
Διότι ο νεαρός Λυμπέρης είχε δύο μεγάλα πάθη: τη φωτογραφία και το σέρφινγκ. Και χάρη σε αυτά, ήδη από το 1981 θα χριστεί και επισήμως εκδότης. Φανατικός σέρφερ και λάτρης των σπορ γενικότερα (ποδόσφαιρο, σκουός, στίβος, τένις), σπουδάζει Φωτογραφία στην Κολονία και Σκηνοθεσία στο Μόναχο. Παράλληλα με τις σπουδές του, πιάνει την πρώτη του δουλειά σε ένα φωτογραφικό στούντιο έχοντας προδιαγράψει κατά κάποιον τρόπο το επαγγελματικό του μέλλον. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα υπηρετεί στο Ναυτικό και ήδη από τότε γυρίζει τον κόσμο συμμετέχοντας σε αγώνες σέρφινγκ, με τη φωτογραφική μηχανή μονίμως ανά χείρας. Ολη του η ζωή είναι το σέρφινγκ και τα φωτογραφικά κλικ και κάπως έτσι θα προκύψει το βιβλίο «Το γουιντσέρφινγκ για αρχάριους και προχωρημένους». Κείμενα δικά του, φωτογραφίες δικές του, όλα στο χέρι αφού λέξεις όπως mac, ηλεκτρονικό μοντάζ και photoshop είναι άγνωστες στην εκδοτική αγορά. Σε έναν αγώνα σέρφινγκ στις Μπαχάμες, θα γνωρίσει έναν Γερμανό εκδότη που θα του ρίξει την ιδέα: «Αφού έχεις τόσο μεγάλο φωτογραφικό υλικό και τη γνώση του σπορ, γιατί δεν βγάζεις ένα περιοδικό για το σέρφινγκ;».
Η ιδέα στροβιλίζει στο μυαλό του και του γίνεται εμμονή. Τελικά το περιοδικό θα βγει και θα λέγεται «Surf & Ski». Παίρνει 20.000 δραχμές κεφάλαιο από τη μάνα του για να το τυπώσει και δίνει προκαταβολή για το χαρτί. Στους διαφημιζόμενους πελάτες πηγαίνει ο ίδιος με το λευκό Ντεσεβό του, φορτωμένο με σανίδες του σερφ και εισπράττει προκαταβολές. Συγχρόνως μοιράζει κάρτες για συνδρομητές γράφοντας πάνω τη διεύθυνση του σπιτιού του. Ενα μεσημέρι που τρώει όλη η οικογένεια μαζί, χτυπάει το κουδούνι. «Γεια σας», του λέει ένας άγνωστος άνδρας, «βρήκα την κάρτα σας και θέλω να γίνω συνδρομητής». Επειτα από ολιγόλεπτη αμηχανία και για να μη δώσει την εικόνα ενός ερασιτέχνη εκδότη, ο Αντώνης Λυμπέρης του απαντά: «Ξέρετε, τα γραφεία του περιοδικού είναι επάνω». Εναν χρόνο αργότερα, όντως τα γραφεία ήταν στον επάνω όροφο με ενοίκιο 11.000 δραχμές, ποσό που άγχωνε πολύ τον εκκολαπτόμενο τότε εκδότη. Το περιοδικό, όμως, πάει καλά, βγάζει τα έξοδά του και κάπου εκεί θα έρθει το τηλεφώνημα από τον δημοσιογράφο Δημήτρη Κωνσταντάρα που του προτείνει να βγάλουν ένα περιοδικό για το τένις.
Το 1982 θα εκδοθεί «Ο κόσμος του τένις» και έναν χρόνο αργότερα «Ο κόσμος του video». Το τελευταίο θα κάνει τεράστια επιτυχία. Τα Χριστούγεννα του 1985, ο Λυμπέρης έχει 1.000 δραχμές στην τσέπη του, όπως έχει εξομολογηθεί ο ίδιος, αλλά όλοι οι συνεργάτες του είναι πληρωμένοι, δεν έχει δάνεια, δεν χρωστάει σε κανέναν. Είναι χαρούμενος και έτοιμος να προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Θέλει να βγάλει ένα περιοδικό που να εκπροσωπεί τον εαυτό του, που να παρουσιάζει τον σύγχρονο Ελληνα στο νέο ευρωπαϊκό περιβάλλον και όχι τον Ελληνάρα της Ψωροκώσταινας και της συνοικίας. Είναι η εποχή των γιάπηδων, των μάνατζερ με τους δερμάτινους χαρτοφύλακες και τα ακριβά filofax, των golden boys με τις πένες Montblanc και τα χρυσά Rolex. Το 1988, σε ηλικία 34 ετών, με τη βοήθεια του Παύλου Εμμανουήλ, ενός προχωρημένου ροκά που τότε ήταν αντιπρόσωπος της Harley Davidson και κολλητός φίλος του Πέτρου Κωστόπουλου, θα εκδώσει το «STATUS», το πρώτο περιοδικό με το οποίο θα ταυτιστεί απόλυτα, θα γίνει ο καθρέφτης του. «Το “STATUS” είναι η ψυχή μου», έχει πει. Από τα εξώφυλλά του θα παρελάσουν επιχειρηματίες, αθλητές, παρουσιαστές, τραγουδιστές, όλοι πρώτης γραμμής, όλοι ντυμένοι στην τρίχα, ακολουθώντας τις αυστηρές προδιαγραφές του concept που πρέσβευε το περιοδικό. Τότε θα αρχίσει να ταξιδεύει, να γίνεται μέλος σε διεθνείς συνδέσμους εκδοτών, να συμμετέχει σε συνέδρια.
Γρήγορα θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αν θέλεις να γίνεις μεγάλος εκδότης θα πρέπει να βγάλεις τηλεοπτικό περιοδικό. Και ό,τι λεφτά βγάζεις, να τα ρίχνεις πάλι στη δουλειά. Στις 9 Μαρτίου του 1990, το τηλεοπτικό περιοδικό «7 ΜΕΡΕΣ TV» θα κρεμαστεί στα περίπτερα αλλά η ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού είναι χλιαρή. Ο Λυμπέρης, όμως, δεν είναι διατεθειμένος να κάθεται να περιμένει το τέλος. Σε συνεργασία με τον ANT1 θα εγκαινιάσει το παιχνίδι «Bingo», προσφέροντας δώρα στους αναγνώστες, και θα κάνει επίσης bingo και για τις πωλήσεις του περιοδικού. Το παραλίγο φιάσκο θα γυρίσει σε εκδοτική επιτυχία και το «7 ΜΕΡΕΣ TV» θα γίνει το cash cow της επιχείρησης, ήτοι η κότα με τα χρυσά αβγά. «Αν βάζεις μεγάλους στόχους, κάνεις μεγάλα πράγματα. Αν βάζεις μικρούς, κάνεις μικρά», δηλώνει πιστεύοντας στο δόγμα του «Think Big». Και η πορεία του το αποδεικνύει. Θα ακολουθήσουν τα περιοδικά «ΕΓΩ!», «LIFE&STYLE», «VOGUE», «HELLO!», «GLAMOUR», «LUCKY», «MEN’s HEALTH», «PREVENTION», ραδιοφωνικοί σταθμοί (Best, Εν Λευκώ, Village), εξειδικευμένα περιοδικά για ταξίδια, διακόσμηση, γεύση, αλλά και θυγατρικές στο εξωτερικό. Είναι εμφανές ότι η εταιρεία έχει απογειωθεί, μαζί φυσικά και το lifestyle του εκδότη και της συζύγου του, Ελενας Μακρή, διευθύντριας της «Vogue Hellas» και εκδότριας επίσης σε κάποια από τα περιοδικά της Liberis Publications. Εντυπωσιακό σπίτι στο Κεφαλάρι, τρεις βίλες στη Μύκονο, ένα 20μετρο σκάφος που πουλήθηκε πρόσφατα, διακοπές σε κοσμικά θέρετρα, παρέες με την επιχειρηματική και πολιτική αφρόκρεμα, πανάκριβα ρούχα και αξεσουάρ. Ολα όσα αποδίδονται στον λαμπερό κόσμο των περιοδικών, το ζεύγος Λυμπέρη τα εκπροσωπεί.
Είναι πάντα ωραίοι, περιποιημένοι και καλοντυμένοι. Εκείνος με υπέροχα κοστούμια, πάντα χτενισμένος άψογα και πάντα ξυρισμένος, εκείνη ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας. Ενα ζευγάρι βγαλμένο σαν από χολιγουντιανή ταινία. Συγχρόνως φροντίζουν να κάνουν ηχηρή την παρουσία του ομίλου ισχυροποιώντας την εικόνα του διοργανώνοντας λουσάτες εκδηλώσεις βραβεύσεων όπως «Οι Γυναίκες της Χρονιάς» μέσω του περιοδικού «LIFE&STYLE» και αντίστοιχα «Οι Ανδρες της Χρονιάς» μέσω του περιοδικού «STATUS», ενώ ο Λυμπέρης, ως λάτρης του τένις, οργανώνει το τουρνουά Status Athens Open με τη συμμετοχή γνωστών επιχειρηματιών, εκδοτών και πολιτικών. Κάνουν πολύ ακριβά δώρα σε διασημότητες που φωτογραφίζονται στο περιοδικό, από επώνυμες τσάντες μέχρι κοσμήματα, το ίδιο και σε στελέχη της εταιρείας που θεωρούν ιδιαίτερα χρήσιμα. Οι Λυμπέρηδες ξοδεύουν, αλλά όχι μόνο για τον εαυτό τους. «Μέχρι το 1998 δεν είχα πάρει δραχμή από την επιχείρηση», θα δηλώσει πολλά χρόνια αργότερα ο ίδιος. Στα εκδοτικά του παιδιά ο Αντώνης Λυμπέρης επενδύει συνεχώς ανεβάζοντας ψηλά τον πήχη της ποιότητας. Χρησιμοποιεί το καλύτερο χαρτί για τα περιοδικά, απασχολεί την αφρόκρεμα των φωτογράφων, μακιγιέρ, κομμωτών και στυλιστών, οι φωτογραφήσεις είναι υπερπαραγωγές, τα μοντέλα κλείνονται direct από το εξωτερικό και τα λεφτά δείχνουν να ρέουν άφθονα. Και ρέουν. Αλλωστε μέχρι και το 2006 τουλάχιστον η διαφημιστική αγορά βρίσκεται στα φόρτε της. Για να μπεις στις σελίδες της «VOGUE» δεν αρκούσε μόνο να πληρώνεις καλά, έπρεπε να ταιριάζεις και στο πολυτελές περιβάλλον της. Το κακό είναι ότι πολλές φορές το ζεύγος Λυμπέρη πίστευε ότι έτσι είναι και η ζωή. Ιλουστρασιόν, ελιτίστικη και φαντασμαγορική. Τουλάχιστον οι εχθροί τους αυτό τους χρεώνουν. Οι φίλοι τους βέβαια λένε άλλα. Οτι δηλαδή τα περιοδικά δεν παρουσιάζουν τον κόσμο όπως είναι αλλά όπως έπρεπε να είναι και πως η Ελενα Λυμπέρη εκπροσωπούσε τη «VOGUE» και έπρεπε η εμφάνισή της να είναι συγκεκριμένη. Από την άλλη, στα παρασκήνια των ατελιέ και των κλειστών γραφείων της Liberis Publications, προσωπικό και στελέχη δεν ανοίγουν πάντα σαμπάνιες. Σε μια μικρή «πόλη» ανθρώπων, όσο οργανωμένη και να είναι, όσο λαμπερά και να είναι τα φώτα, οι ανθρώπινες αδυναμίες είναι εκεί. Προστριβές, γκρίνιες, άγχος, ανατροπές, αδικίες και φωνές είναι η παράλληλη πραγματικότητα. Στα Σπάτα, στο κτίριο που μετακόμισαν το 2003, οι εργαζόμενοι απαγορεύεται να φέρνουν φαγητό από το σπίτι για να μη λερώσουν τον χώρο. Αντίθετα, από το γραφείο του Αντώνη Λυμπέρη βγαίνουν μυρωδιές από σόγια και τζίντζερ. Είναι από την κουζίνα της Φιλιππινέζας που τους έχει μαγειρέψει ασιατικές σπεσιαλιέ.
Λυμπέρης - Κωστόπουλος, κόντρα σε όλα!
Για περισσότερα από 15 χρόνια ο κόσμος των lifestyle περιοδικών ήταν χωρισμένος σε δύο στρατόπεδα: στους λυμπερικούς και στους κωστοπουλικούς. Και δεν ήταν μόνο οι δύο ισχυροί εκδότες του lifestyle ή οι εργαζόμενοι στις εταιρείες τους που είχαν δώσει όρκους ανταγωνισμού μεταξύ τους. Συχνά ήταν και οι ίδιοι οι αναγνώστες των περιοδικών τους. Ο άνδρας που αγόραζε το «ΜΕΝ» του Πέτρου Κωστόπουλου δεν θα αγόραζε και το «STATUS» του Αντώνη Λυμπέρη. Ηταν θέμα διαφορετικής αισθητικής και ιδεολογίας… Οσο για τους εργαζομένους, ήξεραν ότι δεν υπήρχε μεγαλύτερη «προδοσία» από το να πάρουν μεταγραφή από το ένα εκδοτικό συγκρότημα στο άλλο. Η θρυλική κόντρα ανάμεσα στον Πέτρο Κωστόπουλο και τον Αντώνη Λυμπέρη δεν ανέβασε μόνο τους μισθούς των υπαλλήλων τους, που απειλούσαν ότι θα δουλέψουν στον αντίπαλο, αλλά και το επίπεδο των περιοδικών στην Ελλάδα, σε σημείο να θεωρούνται από τα καλύτερα στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αμερικανικός εκδοτικός κολοσσός Conde Nast εμπιστεύτηκε τον Αντώνη Λυμπέρη για να αναπτυχθεί στα Βαλκάνια, όπως αντίστοιχα έκανε η ιστορική αμερικανική εκδοτική εταιρεία Time-Life με τον Πέτρο Κωστόπουλο.
Είναι άλλωστε κοινό μυστικό στην πιάτσα των περιοδικών ότι αν δεν έβγαζε ο Αντώνης Λυμπέρης το εβδομαδιαίο celebrity περιοδικό «HELLO!», o Πέτρος Κωστόπουλος δεν θα έβγαζε το αντίστοιχο «ΟΚ!» (τα περιοδικά αυτά είναι ανταγωνιστικά παγκοσμίως), όπως επίσης ότι αν ο Κωστόπουλος δεν είχε κερδίσει (έπειτα από σκληρό ανταγωνισμό με τον Λυμπέρη) τα δικαιώματα για την έκδοση του αμερικανικού εβδομαδιαίου περιοδικού «PEOPLE», η εταιρεία του Αντώνη Λυμπέρη δεν θα είχε αποφασίσει να επανακυκλοφορήσει ως εβδομαδιαίο το περιοδικό «ΕΓΩ!». Στην εκδοτική αγορά, όσοι συμπαθούν τον Κωστόπουλο θεωρούν ότι ο Λυμπέρης είναι ένας καλός αντιγραφέας (ο μύθος λέει ότι μετρούσε με χάρακα το μέγεθος των γραμμάτων στους τίτλους του εξωφύλλου του αμερικανικού αντρικού περιοδικού «GQ» για να κάνει ακριβώς ίδιους και τους δικούς του στο «STATUS», όπως επίσης ότι το γυναικείο δεκαπενθήμερο «ΕΓΩ!» που έβγαλε το 1992 ήταν αντιγραφή του αντίστοιχου «ΕΙΝΑΙ» των εκδόσεων Δραγούνη και το τηλεοπτικό του «7 ΜΕΡΕΣ TV» κόπια του «ΤΗΛΕΘΕΑΤΗ»).
Από την άλλη, όσοι συμπαθούν τον Λυμπέρη λένε ότι είναι ο άνθρωπος που έκανε τα περιοδικά στην Ελλάδα πραγματικές επιχειρήσεις, ότι είναι ο καλύτερος στο marketing και ότι είναι αυτός που κατάλαβε πρώτος την αξία των λεγόμενων «προωθητικών ενεργειών» στον Τύπο. Τα δώρα στα περιοδικά (οι παλιότεροι θα θυμούνται τις ουρές που σχημάτιζαν έξω από τα γραφεία του στη λεωφόρο Κηφισίας οι αναγνώστες που μαζί με το «7 ΜΕΡΕΣ TV» έπαιρναν κι ένα κουπόνι για να αγοράσουν φθηνότερα σερβίτσια και είδη προικός) ήταν μια δική του ιδέα που τη στήριξε πολύ (ο Κωστόπουλος τον κατηγορούσε πάντα για «κινεζοποίηση» των περιοδικών), όπως επίσης και τα εταιρικά πάρτι τα οποία οργάνωνε με κάθε λεπτομέρεια για να ευχαριστήσει τόσο τους πελάτες-διαφημιζόμενους όσο και τους καλεσμένους του. Ποια ήταν, όμως, η μεγαλύτερη διαφορά ανάμεσα στους δύο εκδότες; Η απάντηση βρίσκεται στα πολύ νεανικά τους χρόνια. Ο Κωστόπουλος σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και δούλεψε ως δημοσιογράφος, ενώ ο Λυμπέρης σπούδασε Σκηνοθεσία και Φωτογραφία και δούλεψε ως φωτογράφος. Και όσο ο πρώτος έδινε προτεραιότητα στη σημειολογία και τα κείμενα, ο δεύτερος έδινε προτεραιότητα στην εικόνα και την υψηλή αισθητική των περιοδικών. Αν δηλαδή στο «DOWNTOWN» του Κωστόπουλου θα διάβαζες την καλύτερη κριτική για την κοσμική ζωή της Αθήνας, στο «LIFE&STYLE» του Λυμπέρη θα έβλεπες τις πιο ωραίες φωτογραφίες των κοσμικών Αθηναίων.
Ηταν η διαφορετική προσέγγιση στο ίδιο θέμα που έκανε τη διαφορά… Κάποιοι που έχουν δουλέψει με τον Λυμπέρη λένε ότι «για εκείνον τα κείμενα ήταν μαύρα στίγματα», ότι δεν τον ενδιέφερε τι γράφει ένα ρεπορτάζ του αλλά ότι την ίδια στιγμή μπορούσε να διαλέξει την καλύτερη φωτογραφία ανάμεσα σε χιλιάδες. Οπως επίσης ότι ο Αντώνης Λυμπέρης ήταν τόσο ευγενικός που δεν θα άντεχε ποτέ να ξέρει ότι κάποιο κείμενο σε περιοδικό του πρόσβαλε ή στεναχώρησε κάποιον. Λένε ότι άνθρωποι έχουν απολυθεί από την εταιρεία του χωρίς δεύτερη σκέψη γιατί έγραψαν μια λεζάντα που ο Λυμπέρης θεώρησε ότι ήταν προσβλητική, όπως επίσης ότι ακόμη και η γνώμη ενός αναγνώστη μπορούσε να επηρεάσει τις αποφάσεις του. Δημοσιογράφος που δούλεψε μαζί του διηγείται ότι ο Λυμπέρης ενώ είχε ζητήσει από τον διευθυντή του περιοδικού του «TV SHOWTIME» να κάνει σέξι εξώφυλλα, άλλαξε την απόφασή του σε μια στιγμή όταν του τηλεφώνησε μια αναγνώστρια ενοχλημένη από την αλλαγή στο προφίλ του περιοδικού. «Εξώφυλλα με γυμνά μοντέλα τα βλέπω στα περιοδικά του Κωστόπουλου, δεν θέλω να τα δω και στα δικά σας», λέγεται ότι του είπε η άγνωστη γυναίκα, αλλάζοντας σε μερικά λεπτά μια απόφαση που χρειάστηκε μήνες για να πάρει.
Η κόντρα Κωστόπουλου - Λυμπέρη δεν ήταν, όμως, μόνο αισθητική. Ηταν και προσωπική. Αγόραζαν τα ίδια αυτοκίνητα, έκλειναν δωμάτια στα ίδια ξενοδοχεία και μάλιστα τις ίδιες περιόδους (Νέα Υόρκη τον χειμώνα, Μαϊάμι την άνοιξη), έτρωγαν στα ίδια εστιατόρια και είχαν περίπου τις ίδιες κοσμικές παρέες, κατηγορώντας ο ένας τον άλλον σχεδόν για τα ίδια πράγματα. «Αν εγώ έγραφα σε editorial αυτά που έγραψε ο Λυμπέρης θα με είχανε κρεμάσει στο Σύνταγμα», έγραψε ο Κωστόπουλος στο «DOWNTOWN» αναφερόμενος σε μια φράση του Λυμπέρη σε κείμενό του στο περιοδικό «STATUS»: «Τρεις λέξεις υπάρχουν στο λεξιλόγιο κάθε άνδρα. Hermes - Porsche και Frank Muller», είχε γράψει ο Λυμπέρης, που ποτέ δεν έκρυψε ποτέ ότι στόχος του ήταν τα περιοδικά του να αποτελούν τη Βίβλο της καλής ζωής. Αυτό έκανε αργότερα και με το περιοδικό «LIFE&STYLE», βασισμένο σε μια ιδέα της Ελενας Μακρή Λυμπέρη που ήθελε ένα glamorous περιοδικό στο οποίο θα μεταμόρφωνε τα λαϊκά είδωλα της ελληνικής πίστας σε πριγκίπισσες του Upper East Side της Νέας Υόρκης. Ετσι, αν μια τραγουδίστρια φωτογραφιζόταν με μακριά τουαλέτα στο εξώφυλλο του περιοδικού για το τεύχος Μαΐου, η ίδια θα πόζαρε με τα εσώρουχα στο εξώφυλλο του «NITRO» Ιουνίου.
Πριν από μερικά χρόνια ο πόλεμος ανάμεσα στα δύο εκδοτικά συγκροτήματα μεταφέρθηκε στο θέατρο. Στην παράσταση «Μπαμπά μην ξαναπεθάνεις Παρασκευή» η Χρύσα Ρώπα υποδυόταν τη διευθύντρια του περιοδικού «DOWNTOWN» και έκανε αναφορές στον αρχισυντάκτη του περιοδικού, αλλά και στον εκδότη Πέτρο Κωστόπουλο. Η παράσταση παιζόταν ήδη τέσσερα χρόνια όταν το «HELLO!» έγραψε ότι η Χρύσα Ρώπα υποδυόταν τη διευθύντρια του περιοδικού «HELLO!» και ότι αναφερόταν στον εκδότη Αντώνη Λυμπέρη. Ακολούθησαν θρυλικοί καβγάδες με τους συγγραφείς του έργου οι οποίοι βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωποι με τα δύο πιο σημαντικά εκδοτικά συγκροτήματα της Ελλάδας.
Λέγεται μάλιστα ότι ο Λυμπέρης ενοχλούνταν με την αναγνωρισιμότητα που απολάμβανε ο Πέτρος Κωστόπουλος. Στον αντίποδα ο Κωστόπουλος ενοχλούνταν όταν του έλεγαν ότι ο Λυμπέρης ήταν καλύτερος επιχειρηματίας από εκείνον. Ο Κωστόπουλος για τους εργαζομένους του ήταν ο «θείος». Ο Λυμπέρης ήταν ο «Φωνάσης» - από το όνομα Ωνάσης και τη λέξη faux, δηλαδή ψεύτικος. Παρ’ όλα αυτά και οι δύο είχαν πιστούς συνεργάτες που ορκίζονταν στο όνομά τους. Λέγεται πάντως ότι μερίδιο ευθύνης στην κόντρα τους είχαν και οι σύζυγοί τους. Η Τζένη Μπαλατσινού και η Ελενα Μακρή-Λυμπέρη δεν είχαν ποτέ καλές σχέσεις μεταξύ τους. Η αντιπάθειά τους κορυφώθηκε ένα βράδυ στο εστιατόριο «Nobu» στη Μύκονο με την Μπαλατσινού να αδειάζει ένα ποτήρι νερό πάνω στη Λυμπέρη ως απάντηση σε κάποια πολύ υποτιμητικά και προσβλητικά σχόλια που έκανε εκείνη για την Τζένη και την οικογένειά της. Το γεγονός τότε συζητήθηκε πολύ, αλλά και οι δύο έκαναν προσπάθειες να το ξεχάσουν. Η κόντρα ανάμεσα στα δύο ζευγάρια ήταν τόσο μεγάλη που επηρεάστηκε ακόμη και από το διαζύγιο της Ελένης Μενεγάκη και του Γιάννη Λάτσιου. Το ζεύγος Κωστόπουλου -παρότι ήταν οι πρώτοι που έμαθαν για τον επικείμενο χωρισμό- πήρε θέση υπέρ του Λάτσιου, ενώ το ζεύγος Λυμπέρη υπέρ της Μενεγάκη. Η παρουσιάστρια όχι μόνο δεν ξαναμίλησε στον Κωστόπουλο και την Τζένη -με τους οποίους είναι κουμπάροι-, αλλά δεν ξαναφωτογραφήθηκε ποτέ για περιοδικό της ΙΜΑΚΟ, δίνοντας όλες τις αποκλειστικότητές της στα περιοδικά του Λυμπέρη, με τα οποία μέχρι τότε είχε τυπικές σχέσεις. «Η Μενεγάκη είναι το τρόπαιό μου», φέρεται να έχει πει ενθουσιασμένος στους συνεργάτες του ο Λυμπέρης.
Η «Σταχτοπούτα» σύζυγος και η περίεργη διαθήκη
Η Ελενα Μακρή, η σημερινή διευθύντρια της «Vogue Hellas» και εκδότρια του «LIFE&STYLE», είναι για πολλούς η κινητήριος δύναμη των εκδόσεων Λυμπέρη. Βασικά είναι και του ίδιου του εκδότη. Οχι επειδή είναι η σύζυγός του, αλλά κυρίως επειδή μοιράζεται το ίδιο πάθος με εκείνον για τη δουλειά της, αφιερώνοντας αμέτρητες εργατοώρες στο στήσιμο των περιοδικών. Για κάποιους, η πρώην στυλίστρια που όργωνε την Αθήνα κουβαλώντας ασήκωτες τσάντες με ρούχα και αξεσουάρ για τις ανάγκες φωτογραφήσεων είναι μια υπερφιλόδοξη -και ματαιόδοξη- γυναίκα που θέλει να θεωρεί τον εαυτό της ως την Ελληνίδα Αννα Γουίντουρ, τη θρυλική bitch διευθύντρια της αμερικανικής «Vogue» (γνωστή και από τον ρόλο της Μέριλ Στριπ στην ταινία Ο «διάβολος φορούσε Prada»).
Για άλλους είναι απλώς μια τελειομανής επαγγελματίας που δεν ανέχεται τίποτα άλλο από το καλύτερο και αυτό απαιτεί και από τους συνεργάτες της. Ολοι, όμως, συμφωνούν ότι η σύζυγος του εκδότη δεν είναι τυχαία στις κορυφαίες θέσεις των κορυφαίων περιοδικών του ομίλου, αφού εκτός από υψηλή αισθητική διαθέτει επίσης και όραμα και πάθος - κι ας φωνάζει καμιά φορά περισσότερο από όσο επιτρέπεται. Δεν είναι εύκολο να σου εμπιστευτεί η Conde Nast τη διεύθυνση της «Vogue». Ούτε, όπως και η ίδια έχει παραδεχθεί, είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να δουλεύει ένα ζευγάρι στον ίδιο εργασιακό χώρο. Προερχόμενη από ένα μικροαστικό περιβάλλον του κέντρου της Αθήνας -μεγάλωσε σε διαμέρισμα της λεωφόρου Αλεξάνδρας- η νεαρή Ελενα -όπως τονίζει πάντα στα κείμενά της- μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της είχαν το προνόμιο να χαίρονται τα αγαθά μιας δεμένης, αγαπημένης οικογένειας που παρά τις οικονομικές στενότητες τα έφερνε βόλτα. Αν και Αρσακειάδα, διέφερε από τα άλλα κορίτσια του σχολείου που προέρχονταν από εύπορες οικογένειες, προσπαθώντας να επιβιώσει σε ένα σνομπ περιβάλλον. Η ζωγραφική και τα περιοδικά ήταν από μικρή ηλικία η διέξοδός της, ο λαμπερός κόσμος που ονειρευόταν να ζήσει, ο κόσμος που αργότερα θα της ανοίξει τις πόρτες διάπλατα. Μέχρι τα 18 της, όπως η ίδια έχει αναφέρει στα χρονογραφήματα που υπογράφει στο «LIFE&STYLE» (και δημοσίευσε στο βιβλίο «Κάθε μήνα, ίδια μέρα» των εκδόσεων Φερενίκη), η ζωή της οριζόταν από διαδρομές σχολικών και λεωφορείων: Πεδίον του Αρεως -Αρσάκειο Εκάλης -επιστροφή - φροντιστήριο στην Κάνιγγος.
Μόλις στα 22 της θα χάσει τον πατέρα της και μαζί με τον πόνο της απώλειας η οικογένεια θα πρέπει να αντιμετωπίσει και τα δυσβάσταχτα χρέη που άφησε πίσω του. Ουσιαστικά είναι η πρώτη φορά που θα έρθει αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο της καθημερινής επιβίωσης και τρέχοντας από υπηρεσία σε υπηρεσία θα προσπαθεί η ίδια να κάνει διακανονισμούς για να επαναφέρει η ΔΕΗ το κομμένο ρεύμα. Τα πράγματα είναι δύσκολα αλλά δεν το βάζει κάτω. Αντί για τη Φιλοσοφική Σχολή που την προόριζαν οι γονείς της, θα σπουδάσει στη Σχολή Βελουδάκη Design και Mόδα, θα βραβευτεί και ως η καλύτερη σχεδιάστρια και παράλληλα θα δουλεύει.
Περιοδικά, φωτογραφήσεις, επιδείξεις μόδας, ταξίδια στο εξωτερικό θα είναι η φρενήρης καθημερινότητά της ως στυλίστριας ενώ θα εργαστεί σε ατελιέ όπως του Πολατώφ αλλά και στο σίριαλ «Λάμψη» του Νίκου Φώσκολου. Κάποια στιγμή θα βρεθεί στις εκδόσεις Λυμπέρη και το 1993 θα γίνει υπεύθυνη μόδας των εκδόσεων του ομίλου. Ο Αντώνης Λυμπέρης έχοντας ήδη αποκτήσει μια κόρη, την Ιόλη, από προηγούμενη σχέση του, θα γοητευτεί από τη δυναμική Ελενα Μακρή με τα υπέροχα μαλλιά και σύντομα οι δυο τους θα γίνουν ζευγάρι. Η πρόταση γάμου θα γίνει κάτω από τον νεοϋορκέζικο ουρανό, ενώ το ζευγάρι περπατά ευτυχισμένο στη Madison Avenue. Ανυποψίαστη, τον ακούει να την προτρέπει να δοκιμάσει το πρώτο νυφικό που θα της άρεσε. Μισή ώρα αργότερα εκείνη έχει ήδη αποκτήσει το νυφικό της βιτρίνας του ατελιέ της Vera Wang «μπροστά στα δακρυσμένα μάτια της receptionist - η οποία ήταν παλιό μοντέλο της Chanel», όπως η ίδια περιγράφει γλαφυρά σε editorialς της. Ο γάμος τους θα γίνει μια βροχερή μέρα του Ιουλίου, με την ίδια να τρέχει να καλύψει με τούλια τα σόκιν ερωτικά γλυπτά έργα του Τάκι -οι περίφημοι φαλλοί του- εξαιτίας του ξαφνικού ερχομού του τότε μητροπολίτη Δημητριάδος Χριστόδουλου στο σπίτι μετά τον γάμο.
Οσο περιπετειώδης ήταν η μέρα του γάμου τους, άλλο τόσο περιπετειώδης ήταν και η συμβίωσή τους. Οπως όλοι μαρτυρούν, οι αναμενόμενες προστριβές τους ήταν το κερασάκι στην τούρτα μιας σχέσης που στηρίζεται ακόμα και σήμερα στην αλληλοεκτίμηση και στον θαυμασμό. Αλλωστε, όλα αυτά τα χρόνια το ζευγάρι εκτός από την απόκτηση τριών παιδιών -της Φιλίππα, του Αλέξανδρου και του Αριστοτέλη- ανέβηκε μαζί προς την κορυφή καταφέρνοντας επιχειρηματικούς θριάμβους, γνωρίζοντας τη δόξα και απολαμβάνοντας την εκτίμηση και τη συντροφιά ισχυρών ονομάτων από όλους τους χώρους αλλά και της πλειονότητας των εργαζομένων στην εταιρεία τους. Αν ο Αντώνης Λυμπέρης φημίζεται για την ευγένειά του και τους καλούς τρόπους συμπεριφοράς, η Ελενα Μακρή είναι ο συνεκτικός ιστός τους που μπαινοβγαίνει στα γραφεία, παρακολουθεί τα πάντα, είναι προστατευτική, ενίοτε ανθρώπινη αλλά και σκληρή. Στα περιοδικά δεν γίνεται και αλλιώς. Στις 2 η ώρα το πρωί είναι ικανή να φέρει το περιοδικό τούμπα, να αλλάξει σελίδες, να πετάξει θέματα, να κάνει φασαρία με απίστευτες φωνές αν δεν της αρέσει το ρετούς σε κάποια φωτογράφηση ή όλη η φωτογράφηση εν γένει. Ολοι ωστόσο έχουν να λένε για την απίστευτη εργατικότητά της και το πάθος της για τη δουλειά που ποτέ δεν επισκίασε ο ρόλος της ως μητέρα τριών παιδιών. Χαρακτηριστικά, οι συνεργάτες της αναφέρουν ότι στη διάρκεια των επαγγελματικών ταξιδιών η Ελενα καθισμένη σε λιμουζίνα επικοινωνούσε τηλεφωνικά με τον γιο της ανησυχώντας μήπως δεν φορέσει το μπουφάν του ή με την κόρη της για να τη μαλώσει αν παραμελούσε τις υποχρεώσεις της στο διάβασμα μένοντας παραπάνω απ’ όσο έπρεπε στο σπίτι μιας φίλης της.
Αν βγαίνει κάποιο συμπέρασμα από τις περιγραφές των συνεργατών της είναι ότι η σύζυγος του Αντώνη Λυμπέρη είναι μια έντονη προσωπικότητα που δεν ανέχεται την προχειρότητα στη δουλειά, την αχαριστία των φίλων και των ευεργετημένων, τον γυναικείο κανιβαλισμό. Για τον τελευταίο, κάποιοι διηγούνται την απέχθειά της απέναντι στις γυναίκες-αράχνες που αδίστακτα σπεύδουν να τυλίξουν ιστούς γύρω από ανθρώπους με δύναμη, χρήμα και γοητεία. Γύρω δηλαδή από ανθρώπους όπως ο Αντώνης Λυμπέρης που ως παντοδύναμος άνθρωπος των εκδόσεων ενίοτε λειτουργούσε και ως μαγνήτης γυναικών. Οι σκηνές ζηλοτυπίας όπως είναι φυσικό δεν έλειψαν από τη σχέση τους, αλλά και η παρέλαση μοντέλων από τα γραφεία της εταιρείας δεν βοήθησε στην εξάλειψή τους. «Μη μου πείτε ότι αυτή βγήκε από το γραφείο του άνδρα μου», έλεγε αν κάποια φορά έβλεπε ένα μοντέλο με μαγιό να βγαίνει από κάστινγκ παρουσία των στελεχών του περιοδικού και του εκδότη Αντώνη Λυμπέρη.
Οπως και να είναι, είχε την εξυπνάδα να μην αφήνει τίποτα να διαπεράσει τους τοίχους του έγγαμου βίου τους και να κρατάει την οικογένεια δεμένη, αφού, όπως και η ίδια έχει εξομολογηθεί πολλάκις, το μεγαλύτερο όνειρό της ήταν να αποκτήσει μια μεγάλη αγαπημένη οικογένεια. Μαζί βέβαια με την οικογένεια απέκτησε και πολλά ακόμα που ούτε στα όνειρά της δεν χώραγαν. Οπως η τεράστια γκαρνταρόμπα της με όλες τις επώνυμες δημιουργίες των πιο πολυτελών οίκων μόδας ανήκουν στο προσωπικό της χαρτοφυλάκιο που σήμερα χαιρέκακα κάποιοι το χτυπούν. Το ζεύγος Λυμπέρη, ζώντας στο απόγειο μιας εποχής όπου ο όρος lifestyle ήταν το μότο των Νεοελλήνων της ευμάρειας των 90s και των 00s, απόλαυσε στο έπακρο τις δάφνες του υλισμού και της καλής ζωής, μην έχοντας άλλωστε ανοιχτούς λογαριασμούς με κανέναν. Γνωστοί και περιστασιακοί φίλοι αμέτρητοι, αλλά πραγματικοί φίλοι ελάχιστοι. Μεταξύ των τελευταίων η Σήλια Κριθαριώτη, η Βέτα Τσουκαλά, ο φωτογράφος Χάρης Χριστόπουλος (από τα χρόνια της αθωότητας, όταν εκείνη δούλευε ως στυλίστρια), ο Τρύφωνας Σαμαράς, ο σχεδιαστής Βασίλης Ζούλιας και η Νατάσα Λιακουνάκου - αν και με την τελευταία η σχέση τους περνούσε ενίοτε και φουρτούνες. Στην Ελενα, όμως, ο θυμός δεν κρατούσε πολύ.
Λένε, λοιπόν, ότι πια η οργή της καταλάγιαζε στις μεταξύ τους παρεξηγήσεις, συνήθιζε να κόβει φωτογραφίες της Νατάσας Λιακουνάκου, να τις βάζει σε κορνίζα που έστελνε τυλιγμένη όμορφα στο σπίτι της - ένδειξη ότι από μέρους της είναι πάλι όλα καλά. Το ίδιο λένε και οι συνεργάτες της. Οτι παρά τις συχνές εκρήξεις θυμού ποτέ δεν ανεχόταν τους κανιβαλισμούς μεταξύ των συνεργατών της και τις απρεπείς φράσεις ή συμπεριφορές, απαιτώντας ευγένεια και σεβασμό. Αναφέρουν μάλιστα χαρακτηριστικά ότι όταν πρόσφατα διευθυντικό στέλεχος εβδομαδιαίου περιοδικού του ομίλου αποκάλεσε με χυδαίο χαρακτηρισμό κάποια εργαζόμενη που παραιτήθηκε, η Ελενα Μακρή μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός αντέδρασε έντονα λέγοντας στο στέλεχός της: «Δεν σου επιτρέπω να μιλάς έτσι για ανθρώπους που παραμένουν μήνες απλήρωτοι». Παρά το αίσθημα δικαίου, όμως, που της αποδίδουν, κάποιοι της χρεώνουν και λανθασμένες εκτιμήσεις, τουλάχιστον στην αξιολόγηση των στελεχών της, με πολλούς να φέρονται βασιλικότεροι του βασιλέως. Πρώην εργαζομένη του ομίλου αναφέρει χαρακτηριστικά για τους πρώην εργοδότες της: «Εκαναν λάθος χειρισμούς. Εδιναν πάρα πολύ υψηλούς μισθούς, επένδυσαν πολύ σε ένα lifestyle γεμάτο parties, gala και λαμπερά events και σε έναν τρόπο ζωής που τώρα πληρώνουν οι εργαζόμενοι.
Αλλά το μεγαλύτερο λάθος τους ήταν ότι είχαν εμπιστευτεί λάθος άτομα. Είχαν δώσει τη διεύθυνση, ειδικά των lifestyle περιοδικών, σε ανθρώπους που αντί να διευθύνουν, κοιμόντουσαν στους καναπέδες των γραφείων μετά από ξενύχτια τους και έβαζαν τους συντάκτες να τους κάνουν μασάζ! Οταν ένας διευθυντής συμπεριφέρεται σαν κακότροπο αφεντικό και βρίζει και απειλεί τους πάντες προκειμένου να είναι καλεσμένος σε μια εκδήλωση, ε, τότε καταλαβαίνεις τι γίνεται. Ξέρω πως η Ελενα ήθελε να απολύσει δύο κυρίες από περιοδικό του ομίλου αλλά δεν μπορούσε να το κάνει λόγω έλλειψης χρημάτων.
Παραπονιόταν πως της είχαν μετατρέψει το περιοδικό σε περιοδικό πίστας, ενώ είχαν επιβάλει στους γραφίστες να φτιάξουν τα αυτόγραφα γνωστού τραγουδιστή. Δυστυχώς αυτά η Ελενα τα έμαθε τώρα. Από την άλλη πλευρά, και ενώ προσπαθούσε να είναι δίκαιη, όταν μια ομάδα εργαζομένων που απαιτούσαν τους μισθούς τους απείλησαν ότι θα κινηθούν δικαστικά γύρισε και τους είπε: “Ολα αυτά τα κάνετε γιατί απέναντί μου έχετε ταξικό μίσος!”, με αποτέλεσμα να τη γιουχάρουν όλοι οι εργαζόμενοι». Αν πολλοί αποδίδουν στην Ελενα Λυμπέρη λάθος χειρισμούς, μανία με τη μόδα (πρόσφατα παρήγγειλε από το εξωτερικό μπότες Louboutin πριν κυκλοφορήσουν στην Ελλάδα) και «βασανιστήρια» σε εργαζομένους που τους επέβαλλε να στέλνουν 2 η ώρα το πρωί μακέτες στο σπίτι της αφού τότε τελείωνε με τις οικογενειακές της υποχρεώσεις - και η ίδια αυτοσαρκαζόμενη αναφέρεται στη ματαιοδοξία της στα editorials της. Οπως σε εκείνο που περιγράφει μια περιπέτεια υγείας που της ανέτρεψε τα σχέδια να φτιάξει το στήθος της: «Αποφάσισα να απαρνηθώ τη σκέψη για ψεύτικο στήθος μόλις βεβαιώθηκα, τον προηγούμενο μήνα, πως το ογκίδιο που είχα και αφαίρεσα, ευτυχώς, δεν ήταν καρκίνος. Αδιαφορώ αν δείχνει το στήθος μου ψεύτικο, εικοσάχρονης! Θέλω να δείχνει εμένα και την ηλικία μου και να είναι υγιές. Γι’ αυτό δεν με ενδιαφέρουν τα χειρουργεία και τα άδικα μαχαιρώματα», αναφέρει στη μέση περίπου του σημειώματός της και συνεχίζει: «Επειτα από πρόσφατο σοκ υγείας, αποφάσισα και έκανα για πρώτη φορά διαθήκη και άφησα ως παρακαταθήκη να αποτεφρωθώ με όποιον τρόπο είναι ή δεν είναι δυνατόν αυτό να γίνει. Ακόμη και στην καπνοδόχο στο Γκάζι να γίνει -νύχτα-, αν δεν έχει ψηφιστεί νόμος, αδιαφορώ - αρκεί να μην έχω ποτέ πάρε-δώσε με νεκροταφεία και τα τοιαύτα... Σε άλλο σημείο της διαθήκης αναφέρω πως αν ο σύζυγός μου αποφασίσει να αποκτήσει νέα σύζυγο και μητέρα για τα τρία μας παιδιά, εκτός από την κατάρα μου θα έχει να αντιμετωπίσει και τη μεταφυσική μου παρουσία εις τους αιώνας των αιώνων!», έγραφε με χιούμορ.
Το σίγουρο είναι ότι αυτή την εποχή το μόνο που δεν απασχολεί τον Αντώνη Λυμπέρη είναι ο γάμος του. Η αυτοκρατορία του καταρρέει και ο ίδιος κινδυνεύει να καταπλακωθεί από το βάρος της. «Αν χάσεις την αξιοπιστία σου, έχεις χάσει όλη την περιουσία σου», είχε δηλώσει κάποτε. Σήμερα ο Αντώνης Λυμπέρης παλεύει και για τα δύο.
Η επόμενη μέρα
Ακόμη κι αν ο Αντώνης Λυμπέρης αποφασίσει την ερχόμενη Τρίτη να προχωρήσει στην πώληση των περιοδικών του, τα πράγματα δεν θα είναι απλά ούτε για εκείνον, αλλά ούτε για τους εργαζομένους της εταιρείας του. Οι μεγάλοι ξένοι τίτλοι του όπως «VOGUE», «GLAMOUR, Conde Nast «TRΑVELLER», τα «MEN'S HEALTH» και «PREVENTION» δεν μπορούν να πωληθούν παρά μόνο αν συμφωνήσει η Conde Nast - γεγονός που θεωρείται εξαιρετικά απίθανο με δεδομένες τις απαιτήσεις και τους σκληρούς όρους που βάζουν οι Αμερικανοί στα συμβόλαιά τους και τη δυστοκία της ελληνικής αγοράς. Ευκολότερη θεωρείται η πώληση του εβδομαδιαίου περιοδικού «HELLO!», αφού οι Ισπανοί ιδιοκτήτες του τίτλου είναι πιο συζητήσιμοι, ενώ η εμπορική επιτυχία του περιοδικού θεωρείται δεδομένη. Ηδη λέγεται στην αγορά ότι έχει εκφράσει ενδιαφέρον για την απόκτησή του η εταιρεία Αττικές Εκδόσεις του Θεοχάρη Φιλιππόπουλου, που μέχρι την τελευταία στιγμή διεκδικούσε και την αγορά του αντίπαλου περιοδικού «ΟΚ» που τελικά κέρδισε ο όμιλος Αντ1. Λέγεται ότι οι Αττικές Εκδόσεις ενδιαφέρονται και για τα άλλα πολύ πετυχημένα περιοδικά των εκδόσεων Λυμπέρη, τα «ΕΓΩ» και «7 ΜΕΡΕΣ TV». Οσο για τον ίδιο τον Αντώνη Λυμπέρη, λέει ότι δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο πλάνο για το προσωπικό του μέλλον. Πιθανόν να μην ξαναγυρίσει ποτέ του στις εκδόσεις. «Τέτοια μεγάλη ιστορία δεν επαναλαμβάνεται», ακούστηκε να λέει.
ΘΕΜΑ
ΠΡΕΖΑ TV
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου